Νικολάϊ ΜπουχάρινΤο Αλφάβητο του κομμουνισμού
ΚΕΦΑΛΑΙΟ IΙ
|
α) Πάλη ανάμεσα στη μικρή και τη μεγάλη παραγωγή στη βιομηχανία.
Τα μεγάλα εργοστάσια που αριθμούν κάποτε περισσότερο από δέκα χιλιάδες εργάτες, με τις γιγάντιες, τις τρομερές μηχανές τους, δεν υπήρχαν ανέκαθεν. Γεννήθηκαν από τη βαθμιαία και σχεδόν πλήρη εξαφάνιση της χειροτεχνίας και της μικρής βιομηχανίας. Για να καταλάβουμε αυτήν την εξέλιξη, πρέπει πρώτα - πρώτα να παρατηρήσουμε ότι η ατομική ιδιοχτησία και η παραγωγή εμπορευμάτων κάνουν αναπόφευχτη την πάλη για τον αγοραστή : το συναγωνισμό. Ποιος θριαμβεύει μέσα σ'αυτήν την πάλη; Εκείνος που ξέρει να προσελκύει με το μέρος του τον αγοραστή και να τον αποσπά από τον ανταγωνιστή του (τον αντίζηλό του). Και τον αγοραστή τον προσελκύουν κυρίως οι χαμηλές τιμές των εμπορευμάτων [1]. Μα πώς μπορεί να πουλήσει πιο φτηνά; Είναι φανερό, ότι ο μεγαλοεργοστασιάρχης, μπορεί να πουλήσει πιο φτηνά από το μικρό εργοστασιάρχη ή το χειροτέχνη, γιατί το εμπόρευμα του στοιχίζει φτηνότερα. Η μεγάλη βιομηχανία διαθέτει πραγματικά πλήθος από πλεονεχτήματα. Πρώτα - πρώτα ο επιχειρηματίας - καπιταλιστής είναι σε θέση να εγκαταστήσει καλύτερες μηχανές, να χρησιμοποιήσει καλύτερα εργαλεία και καλύτερα μηχανήματα. Οι χειροτέχνες, οι μικροεργοδότες κερδίζουν πολύ δύσκολα τη ζωή τους, εργάζονται συνήθως με μηχανές που δουλεύουν με το χέρι' δεν τολμούν καν να σκεφτούν από έλλειψη μέσων, για μεγάλες και καλές μηχανές. Ο μικροκεφαλαιούχος δεν είναι καθόλου σε θέση να εισάγει νεότερες μηχανές. Όσο μεγαλύτερη είναι η επιχείρηση, όσο τελειότερη είναι η τεχνική, όσο παραγωγικότερη είναι η εργασία, τόσο πιο φτηνά στοιχίζει το εμπόρευμα.
Στα μεγάλα εργοστάσια της Αμερικής και της Γερμανίας υπάρχουν ως και επιστημονικά εργαστήρια που ανακαλύπτουν συνεχώς καινούριες τελειοποιήσεις, συνδέοντας έτσι την επιστήμη με τη βιομηχανία. Οι εφευρέσεις αυτές αποτελούν μυστικό της επιχείρησης και δε χρησιμοποιούνται παρά μόνο απ'αυτή.
Στη μικρή βιομηχανία και τη χειροτεχνία, ο ίδιος εργάτης κατασκευάζει σχεδόν ολόκληρο το προϊόν, στην εργασία που γίνεται με τη μηχανή και όπου απασχολούνται πολλοί εργάτες ένας εργάτης κάνει αυτά, ένας άλλος εργάτης εκείνο, ένας τρίτος το άλλο κτλ. κτλ. Η δουλειά προχωρεί έτσι πολύ πιο γρήγορα' είναι αυτό που λένε καταμερισμός της εργασίας. Μπορεί κανείς τώρα να λογαριάσει τα πλεονεχτήματα του καταμερισμού, σύμφωνα με μιαν αμερικανική έρευνα του 1898. Να τα αποτελέσματα της έρευνας : Για την κατασκευή δέκα αμαξιών, η δουλειά με το χέρι απαιτεί δυο εργάτες που κάνουν ο καθένας τους 11 διαφορετικές δουλειές, να εργαστούν συνολικά 1180 ώρες και να πάρουν 54 δολλάρια' η ίδια δουλειά στη μηχανή απαιτεί 52 εργάτες, 97 διαφορετικές δουλειές (όσο περισσότεροι είναι οι εργάτες, τόσο περισσότερο ειδικευμένοι είναι), να δουλέψουν 37 ώρες και 28 λεπτά και να πάρουν 7,9 δολλάρια, (κατά συνέπεια η απώλεια χρόνου υπήρξε ασύγκριτα πιο λίγη κι η εργασία έγινε τεράστια πιο φτηνή). Για την κατασκευή 100 ροδελλών ρολογιού, η δουλειά με το χέρι απαιτεί 14 εργάτες, 453 διαφορετικές δουλειές, 341.866 ώρες δουλειά και 80.822 δολλάρια' με μηχανή : 10 εργάτες 1088 δουλειές, 8343 ώρες δουλειά, 1799 δολλάρια. Για την κατασκευή 500 γιαρδών ενός υφάσματος καρό η δουλειά με το χέρι απαιτεί 3 εργάτες, 19 δουλειές, 7534 ώρες, 135,6 δολλάρια' η δουλειά στη μηχανή : 252 εργάτες, 43 δουλειές, 84 ώρες, 6,81 δολλάρια. Θα μπορούσαμε να αναφέρουμε και πολλά άλλα τέτοια παραδείγματα. Από μιαν άλλη πλευρά, ολόκληρη σειρά από παραγωγικούς κλάδους που απαιτούν μιαν υψηλή τεχνική, όπως η κατασκευή των βαγονιών, των θωρηκτών, τα ορυχεία, είναι, μπορούμε να πούμε, απρόσιτα στους μικροεπιχειρηματίες και τους χειροτέχνες.
Η μεγάλη βιομηχανία είναι οικονομικότερη σ'όλα : στα χτίρια, τις μηχανές και τις πρώτες ύλες, στο φωτισμό και τη θέρμανση, στην ελάττωση της μέρας κλπ. Ας φανταστούμε πραγματικά χιλιάδες μικροεργαστήρια και ένα μεγάλο εργοστάσιο που παράγει μόνο του όσο και τα χίλια αυτά εργαστήρια μαζί' είναι ευκολότερο να χτίσουμε μια μεγάλη οικοδομή παρά χίλιες μικρές' στα χίλια μικροεργαστήρια χρησιμοποιούνται περισσότερες πρώτες ύλες, υπάρχει μεγαλύτερη απώλεια, λιγότερη μαστοριά, περισσότερη σπατάλη' είναι ευκολότερο να φωτίσεις και να θερμάνεις ένα μεγάλο εργοστάσιο από χίλια μικρά εργαστήρια' είναι το ίδιο ευκολότερο να το συντηρήσεις, να το καθαρίσεις, να το φυλάξεις, να το επισκευάσεις κλπ. Κοντολογίς σε μια μεγάλη επιχείρηση μπορείς απ'όλα αυτά νά'χεις διάφορο ή όπως λένε : να εξοικονομήσεις.
Στην αγορά των πρώτων υλών και του κάθε τι που μπορεί να είναι αναγκαίο στην παραγωγή κι εκεί η μεγάλη βιομηχανία αποδείχτηκε πλεονεχτικότερη.
Αγοράζουν χοντρικά το καλύτερο εμπόρευμα στην καλύτερη τιμή' επί πλέον, ο μεγάλος εργοστασιάρχης, ξέροντας καλύτερα την αγορά, γνωρίζει πού και πώς ν'αγοράσει φτηνότερα. Το ίδιο και στο πούλημα των εμπορευμάτων της, η μικρή επιχείρηση είναι πάντα σε μειονεκτικότερη θέση. Ο μεγάλος εργοδότης ξέρει καλύτερα που μπορεί να πουλήσει ακριβότερα (έχει γι'αυτή τη δουλειά τους περιοδεύοντες υπαλλήλους του, βρίσκεται σε σχέσεις με το Χρηματιστήριο όπου είναι συγκεντρωμένες όλες οι πληροφορίες για τη ζήτηση των εμπορευμάτων' επικοινωνεί σχεδόν μ'ολόκληρο τον κόσμο). Προπαντός όμως, μπορεί να περιμένει. Αν, λόγου χάρη, οι τιμές των εμπορευμάτων του είναι πολύ χαμηλές, μπορεί να φυλάξει τα εμπορεύματά του στην αποθήκη και να περιμένει τη στιγμή που θα ξανανέβουν οι τιμές. Ο μικροεργοδότης δεν μπορεί. Πουλάει και ζει. Μόλις πουλήσει το εμπόρευμα πρέπει αμέσως να ξοδέψει τα χρήματα που πήρε, για να ζήσει : δεν έχει περίσσευμα. Είναι ακόμα υποχρεωμένος να πουλήσει σ'οποιαδήποτε τιμή, αλλιώτικα είναι χαμένος. Είναι φανερό πως ζημιώνεται τρομερά.
Η μεγάλη βιομηχανία τέλος, βρίσκει κι ένα άλλο πλεονέχτημα στην πίστωση. Όταν ο μεγαλοεπιχειρηματίας έχει επείγουσα ανάγκη από χρήματα, είναι πάντοτε σε θέση να τα δανείζεται. Οποιαδήποτε τράπεζα θα δανείσει ένα "σοβαρό οίκο" και με σχετικά ελάχιστο τόκο. Ποιος όμως θα εμπιστευτεί στο μικροεργοδότη; Μα κι αν ακόμα του εμπνέει εμπιστοσύνη, θα του δανείσει χρήματα με τοκογλυφικά ποσοστά. Και ο μικροβιομήχανος πέφτει εύκολα στα νύχια του τοκογλύφου.
Όλα αυτά τα πλεονεχτήματα της μεγάλης βιομηχανίας μας εξηγούν γιατί η μικρή βιομηχανία εξαφανίζεται αναπόφευχτα στην καπιταλιστική κοινωνία. Το μεγάλο κεφάλαιο τη σκοτώνει, της παίρνει τον αγοραστή, την καταστρέφει και μετατρέπει τον ιδιοχτήτη της σε προλετάριο και σε ξυπόλητο. Είν'ολοφάνερο ότι ο μικροεργοδότης προσπαθεί να γαντζωθεί από κάπου. Αγωνίζεται με λύσσα, δουλεύει ο ίδιος και αναγκάζει τους εργάτες του και την οικογένειά του να δουλέψουν πάνω απ'τις δυνάμεις τους, αναγκάζεται όμως τελικά να υποχωρήσει μπρος στο κεφάλαιο. Ένας μικροεργοδότης πολλές φορές, φαινομενικά ανεξάρτητος, εξαρτιέται ολότελα, στην πραγματικότητα, από'ναν καπιταλιστή, δουλεύει γι'αυτόν και δεν μπορεί να κάνει βήμα χωρίς αυτόν. Ο μικροβιομήχανος εξαρτιέται συχνά από τον τοκογλύφο : η ανεξαρτησία του είναι απατηλή, στην πραγματικότητα, δουλεύει μονάχα γι'αυτήν τη βδέλλα' πότε εξαρτιέται από τον κερδοσκόπο που αγοράζει τα εμπορεύματά του, πότε από το μαγαζί που εργάζεται γι'αυτό (και στην περίπτωση αυτή η ανεξαρτησία του είναι μονάχα φαινομενική' στην πραγματικότητα έχει γίνει μισθωτός του κεφαλαιούχου έμπορα)' συμβαίνει επίσης να του προσφέρνει ο καπιταλιστής τις πρώτες ύλες και τα εργαλεία (αυτό γινότανε τις περισσότερες φορές στη δική μας σπιτική εργασία). Είναι εύκολο να δούμε τότε ότι ο εργαζόμενος στο σπίτι δεν είναι τίποτ'άλλο από'να εξάρτημα του κεφαλαίου.
Υπάρχουν κι άλλοι τρόποι ακόμα εξάρτησης απ'τό κεφάλαιο: γύρω από τις μεγάλες επιχειρήσεις εγκαθίστανται συχνά μικρά εργαστήρια επισκευών' σ'αυτήν την περίπτωση είναι ένα μικρό εξάρτημα του κεφαλαίου και τίποτα περισσότερο. Και αυτά επίσης μόνο φαινομενικά είναι ανεξάρτητα. Βλέπουμε καμιά φορά μικροεργοδότες, μικροχειροτέχνες, εργαζόμενους στο σπίτι, μικρέμπορους, μικροκεφαλαιούχους, διωγμένους από'ναν βιομηχανικό ή εμπορικό κλάδο να περνάνε σ'έναν άλλον κλάδο, όπου το κεφάλαιο δεν είναι ακόμα τόσο ισχυρό. Τις περισσότερες φορές, οι καταστραμμένοι μικροεργοδότες γίνονται μικροπωλητές και γυρολόγοι. Έτσι το μεγάλο κεφάλαιο διώχνει από παντού σιγά-σιγά τη μικρή βιομηχανία. Δημιουργούνται επιχειρήσεις που αριθμούν χιλιάδες, ακόμα και δεκάδες χιλιάδες εργάτες. Το μεγάλο κεφάλαιο γίνεται ο κύριος του κόσμου. Η αποχτημένη με τη δουλειά μικρή ιδιοχτησία, εξαφανίζεται. Αντικατασταίνεται από την καπιταλιστική ιδιοχτησία.
β) Πάλη ανάμεσα στη μικρή και στη μεγάλη παραγωγή στη γεωργία.
Η πάλη ανάμεσα στη μικρή και τη μεγάλη παραγωγή όπως στη βιομηχανία, υπάρχει επίσης κάτω απ'το καπιταλιστικό σύστημα και στη γεωργία. Ο γαιοχτήμονας που διευθύνει το χτήμα του όπως ο καπιταλιστής τη φάμπρικά του, ο πλούσιος χωρικός, ο μεσαίος χωρικός, οι φτωχοί χωρικοί που δουλεύουν μεροκάματο στο χτήμα του μεγαλοτσιφλικά ή του μεγαλοχτηματία και τέλος οι εργάτες της γης: όλα αυτά στη βιομηχανία είναι το ίδιο πράμα με το μεγαλοκαπιταλιστή, το μικροεργοδότη, το μικροχειροτέχνη, τον εργάτη που δουλεύει σπίτι του, το μισθωτό εργάτη. Στο χωριό, όπως και στις πόλεις, η μεγάλη ιδιοχτησία είναι καλύτερα οργανωμένη απ'τη μικρή.
Ο μεγαλογαιοχτήμονας μπορεί να μπάσει στα χτήματά του μια καλή τεχνική. Οι αγροτικές μηχανές (άροτρα ηλεκτροκίνητα, άροτρα ατμοκίνητα, αλωνιστικές και θεριστικές μηχανές, σπαρτικές, λιχνιστικές κτλ.) είναι τις περισσότερες φορές απλησίαστες στο μικροκαλλιεργητή στο χωριό. Όπως δεν υπάρχει λόγος εγκατάστασης μιας πολυέξοδης μηχανής στο μικρό εργαστήρι του χειροτέχνη (γιατί δεν έχει τα μέσα να την αγοράσει και δε θα μπορούσε να βγάλει τα έξοδά της), έτσι κι ο χωρικός δεν μπορεί να πληρώσει για ένα ατμοκίνητο άροτρο μα, ακόμα κι αν το αγόραζε, δε θα του χρησίμευε σε τίποτα: μια μηχανή τόσο σπουδαία, για να μπορεί να βγάλει τα έξοδα της χρειάζεται αρκετή γη και όχι ένας μικρός κλήρος που μόλις φτάνει για να κερδίζει μια κότα τη ζωή της.
Η πλέρια χρησιμοποίηση των μηχανών και των εργαλείων, εξαρτιέται από την έκταση της διαθέσιμης γης. Ένα αλέτρι που το σέρνουν άλογα, θα δουλέψει με πλήρη επίδοση σε μιαν έχταση από τριάντα εχτάρια. Μια συνηθισμένη μηχανή σπαρτική, θεριστική, αλωνιστική σε 70 εχτάρια' μια ατμοκίνητη αλωνιστική μηχανή σε 200 εχτάρια, ένα ατμοκίνητο άροτρο σε 1000. Τα τελευταία αυτά χρόνια, χρησιμοποιούν ηλεκτρικές αγροτικές μηχανές αλλά μόνο στις μεγάλες εκμεταλλεύσεις.
Η άρδευση, η αποξήρανση των ελών, η διοχέτευση του νερού, η κατασκευή στενών σιδηροτροχιών κτλ. δεν είναι διόλου πραγματοποιήσιμη, παρά μόνο για το μεγαλοχτηματία. Η μεγάλη καλλιέργεια, όπως και η μεγάλη βιομηχανία, έχουν οικονομία εργαλείων, υλικών, εργατικής δύναμης, καυσίμων, φωτισμού κτλ.
Στα μεγάλα χτήματα χρειάζονται κατά εχτάριο λιγότερα χαντάκια, μάντρες, φραγιές' χάνεται λιγότερος σπόρος.
Επί πλέον ένας μεγαλογαιοχτήμονας μπορεί να αγκαζάρει γεωπόνους και να διευθύνει επιστημονικά το χτήμα του.
Από την άποψη του εμπορίου και της πίστωσης, ο μεγαλογαιοχτήμονας ακριβώς όπως και ο μεγαλοβιομήχανος, ξέρει καλύτερα την αγορά, μπορεί να περιμένει ν'αγοράζει σε καλύτερη τιμή ό,τι του χρειάζεται, να πουλάει πιο ακριβά. Ο μικροϊδιοχτήτητς δεν έχει παρά μονάχα μια διέξοδο το να παλεύει με όλες του τις δυνάμεις. Μόνο με την εντατική εργασία, με τον περιορισμό των αναγκών και τον υποσιτισμό διατηρείται η μικρή αγροτική ιδιοχτησία, κάτω από την κυριαρχία του καπιταλισμού. Ό,τι χαραχτηρίζει περισσότερο τη δυστυχία της είναι οι τεράστιοι φόροι. Το καπιταλιστικό κράτος της επιβάλλει ένα αβάσταχτο φορτίο: φτάνει να φέρουμε στο νου μας τι ήταν για το χωρικό οι φόροι τον καιρό των τσάρων: "πούλα τα όλα μα πλήρωσε τους φόρους".
Μπορούμε να πούμε γενικά ότι η μικρή παραγωγή αμύνεται καλύτερα στη γεωργία παρά στη βιομηχανία. Στις πόλεις, οι χειροτεχνίες και οι μικροεπιχειρηματίες χάνονται πολύ γρήγορα, μα σ'όλες τις χώρες η αγροτική καλλιέργεια διατηρείται κάπως καλύτερα.
Κι εδώ βέβαια υπάρχει φτώχεια για τον περισσότερο κόσμο, μα είναι συχνά λιγότερο φανερή. Φαίνεται καμιά φορά πως μια καλλιέργεια δεν είναι πολύ μεγάλη, αν κρίνουμε από την επιφάνεια του εδάφους, στην πραγματικότητα όμως είναι πάρα πολύ μεγάλη, αν κρίνουμε από τα κεφάλαια που χρησιμοποιούνται σ'αυτή και από τον αριθμό εργατών (λόγου χάρη η κηπουρική καλλιέργεια στα προάστεια των μεγάλων πόλεων). Καμιά φορά νομίζουμε αντίθετα πως έχουμε να κάνουμε με πολυάριθμους μικροϊδιοχτήτες ολότελα ανεξάρτητους' στην πραγματικότητα όλοι τους σχεδόν είναι μισθωτοί εργάτες που πάνε να προσφέρουν την εργασία τους, είτε στο γειτονικό χτήμα, είτε ανάλογα με την εποχή, στις πόλεις. Με τους χωρικούς συμβαίνει σ'όλες τις χώρες ό,τι συμβαίνει με τους χειροτέχνες και τους εργαζόμενους στο σπίτι. Ένα μικρό μέρος απ'αυτούς, γίνονται κερδοσκόποι (ξενοδόχοι, τοκογλύφοι που λίγο-λίγο στρογγυλεύουν την περιουσία τους)' οι άλλοι φυτοζωούν ή κατεστραμμένοι οριστικά, πουλάνε την αγελάδα τους, το άλογό τους' κατόπι, αφού εξαφανιστεί με τη σειρά του και το χωραφάκι, μεταναστεύουν για πάντα στην πόλη ή γίνονται εργάτες γης. Ο χωρικός δίχως άλογο γίνεται μισθωτός, ο χωρικός που μισθώνει εργάτες γίνεται γαιοχτήμονας ή καπιταλιστής.
Έτσι ένας μεγάλος αριθμός χωραφιών, εργαλείων, μηχανών, ζώων γίνονται χτήμα μιας φούχτας από μεγαλοκαπιταλιστές και μεγαλογαιοχτήμονες και εκατομμύρια χωριάτες, εξαρτιούνται απ'αυτούς.
Στην Αμερική, όπου το αγροτικό κεφάλαιο είναι πολύ αναπτυγμένο, υπάρχουν μεγάλες ιδιοχτησίες, όπου εργάζεται κανένας όπως στις φάμπρικες. Και όπως στις φάμπρικες φτιάχνουν εκεί μονάχα ένα προϊόν. Υπάρχουν μεγάλες εχτάσεις φυτεμένες αποκλειστικά και μόνο από φραουλιές ή καρποφόρα δέντρα. Γίνεται ειδική εκμετάλλευση κατοικιδίων ζώων' εκεί καλλιεργούν το στάρι με μηχανές. Πολυάριθμος κλάδος είναι συγκεντρωμένος σε λίγα χέρια. Έτσι υπάρχουν "βασιλιάδες των πουλερικών" (καπιταλιστές που συγκεντρώνουν στα χέρια τους σχεδόν ολόκληρη την παραγωγή των πουλερικών), "βασιλιάδες των αβγών" κλπ.
15. Η εξάρτηση του προλεταριάτου. Ο εφεδρικός στρατός, η δουλεία των γυναικών και των παιδιών
Ολοένα και μεγαλύτερες λαϊκές μάζες μεταβάλλονται, κάτω από το καπιταλιστικό σύστημα, σε μισθωτούς εργάτες. Καταστραμμένοι χειροτέχνες, εργαζόμενοι στο σπίτι χωρικοί, έμποροι, μεσαίοι καπιταλιστές σε κατάσταση χρεωκοπίας, κοντολογής όλοι όσοι πετάχτηκαν μακρυά ή ζώστηκαν από το μεγάλο κεφάλαιο, πέφτουν στις γραμμές του προλεταριάτου.
Όσο ο πλούτος συγκεντρώνεται στα χέρια μιας χούφτας καπιταλιστών, ο λαός μεταβάλλεται όλο και πιο πολύ σε μισθωτούς σκλάβους των καπιταλιστών.
Χάρη στη διαρκή καταστροφή των μεσαίων στρωμάτων και τάξεων, υπάρχουν όλο και περισσότεροι εργάτες που δε χρειάζονται στο κεφάλαιο. Έτσι δένεται με αλυσίδες ο εργάτης στο κεφάλαιο. Είναι αναγκασμένος να δουλεύει για τον καπιταλιστή. Αν δε θέλει, υπάρχουν εκατοντάδες άλλοι εργάτες για να πάρουν τη θέση του.
Όμως η εξάρτηση αυτή απ'το κεφάλαιο δε στερεώνεται μονάχα από την καταστροφή καινούριων στρωμάτων του πληθυσμού. Η κυριαρχία του κεφαλαίου πάνω στην εργατική τάξη μεγαλώνει και από το γεγονός, ότι το κεφάλαιο πετάει συνεχώς στο πεζοδρόμιο τους εργάτες που δεν έχει πια ανάγκη και δημιουργείται έτσι μια εφεδρεία εργατικής δύναμης. Πώς γίνεται αυτό; Έχουμε κιόλας δει πως κάθε εργοστασιάρχης προσπαθεί να λιγοστέψει το κόστος των εμπορευμάτων. Γι'αυτό εισάγει ολοένα και καινούριες μηχανές. Μα η μηχανή, κατά γενικό κανόνα, αντικατασταίνει τους εργάτες, αχρηστεύει ένα μέρος των εργατών. Καινούρια μηχανή στο εργοστάσιο σημαίνει ότι ένα μέρος εργατών απολύονται και γίνονται άνεργοι. Και επειδή καινούριες μηχανές εισάγονται συνεχώς, στον ένα ή τον άλλο βιομηχανικό κλάδο, είναι φανερό πως κάτω από το καπιταλιστικό καθεστώς υπάρχει μοιραία πάντοτε ανεργία. Γιατί ο καπιταλιστής δε νοιάζεται ούτε να δώσει σ'όλους τους εργάτες δουλειά, ούτε να προμηθέψει σ'όλους εμπορεύματα' μα να πετύχει μεγαλύτερα κέρδη. Και φυσικά πετάει στο δρόμο τους εργάτες που δεν είναι ικανοί να του δώσουνε το ίδιο κέρδος.
Και πραγματικά στις μεγάλες πόλεις όλων των καπιταλιστικών χωρών, βλέπουμε πάντοτε να υπάρχουν πολλοί άνεργοι. Βρίσκουμε εκεί κινέζους ή γιαπωνέζους εργάτες, καταστραμμένους χωρικούς, που ήρθαν από την άκρη του κόσμου για να ζητήσουν δουλειά, πρώην επαγγελματίες και μικροβιοτέχνες' μα συναντούμε επίσης εκεί και μεταλλουργούς, τυπογράφους, υφαντουργούς, που αφού δούλεψαν σκληρά πολύν καιρό στις φάμπρικες, διώχτηκαν από τις καινούριες μηχανές. Παρμένοι στο σύνολό τους σχηματίζουν μιαν εφεδρεία εργατικής δύναμης για το κεφάλαιο, ή όπως έλεγε ο Κ. Μαρξ, τον εφεδρικό βιομηχανικό στρατό. Η ύπαρξη αυτού του στρατού, η μονιμότητα της ανεργίας, επιτρέπουν στους καπιταλιστές να μεγαλώνουν την εξάρτηση και την καταπίεση της εργατικής τάξης. Το κεφάλαιο, χάρη στις μηχανές, πετυχαίνει να τραβάει από ένα μέρος εργατών περισσότερο χρυσάφι από πριν' όσο για τους άλλους εργάτες, μένουν στο δρόμο. Μα και στους δρόμους πεταγμένοι ακόμα, χρησιμεύουν στον καπιταλιστή σαν καμτσίκι για να βαράει εκείνους που δουλεύουνε.
Ο εφεδρικός βιομηχανικός στρατός, μας δίνει παραδείγματα πλέριας αποχτήνωσης, αθλιότητας, πείνας, μεγάλης θνησιμότητας, ακόμα και εγκληματικότητας. Εκείνοι που χρόνια ολόκληρα δεν μπόρεσαν να βρουν δουλειά, γίνονται σιγά-σιγά μέθυσοι, αλήτες, ζητιάνοι κλπ. Στις μεγάλες πόλεις: στο Λονδίνο, στη Νέα Υόρκη, στο Αμβούργο, στο Βερολίνο, στο Παρίσι, υπάρχουνε ολάκερες συνοικίες που κατοικούνται από τέτοιους ανέργους. Η αγορά του Χίτρωφ στη Μόσχα, μπορεί να χρησιμεύσει για παράδειγμα. Στη θέση του προλεταριάτου σχηματίζεται ένα καινούριο στρώμα πού'χει ξεμάθει να δουλεύει. Το στρώμα αυτό της καπιταλιστικής κοινωνίας, ονομάζεται γερμανικά, λούμπεν προλεταριάτο: κουρελοπρολεταριάτο.
Η εισαγωγή των μηχανών γέννησε επίσης την εργασία της γυναίκας και του παιδιού, οικονομικότερη και γι'αυτό, πλεονεχτικότερη για τον καπιταλιστή. Πριν τις μηχανές, κάποια δεξιοτεχνία ήταν αναγκαία' κάποτε μάλιστα χρειαζόταν μακρυά μαθήτευση. Τώρα ορισμένες μηχανές μπορεί να τις δουλεύει κι ένα παιδί, φτάνει μονάχα να σηκώνει το χέρι του ή να κουνάει το πόδι του "μέχρις εξαντλήσεως". Να γιατί οι μηχανές αναπτύξανε την εργασία της γυναίκας και του παιδιού. Πρέπει να προσθέσουμε σ'αυτό ότι οι γυναίκες και τα παιδιά προβάλλουνε μικρότερη αντίσταση στον καπιταλιστή από τους άντρες. Είναι πιο υπάκουες, πιο άτολμες μπρος στις αρχές και στους παπάδες. Γι'αυτό ο καπιταλιστής αντικατασταίνει συχνά τους άντρες με τις γυναίκες και μετατρέπει σε κέρδος το αίμα των μικρών παιδιών.
Στα 1913 ο αριθμός των εργατριών και των υπαλλήλων ήτανε: στη Γαλλία 6.280.000, στη Γερμανία 9.400.000, στην Αυστρουγγαρία 8.200.000, στην Ιταλία 5.700.000, στο Βέλγιο 930.000, στις Ενωμένες Πολιτείες 8.000.000. Στη Ρωσία ο αριθμός των εργατριών μεγάλωνε συνεχώς. Το 1900 αντιπροσώπευαν τα 25% του συνόλου των εργατών και εργατριών της βιομηχανίας, το 1903 τα 31% και το 1912 τα 45%. Σε ορισμένους παραγωγικούς κλάδους οι γυναίκες ήτανε πλειοψηφία στην υφαντουργική βιομηχανία, λόγου χάρη, σε 870.000 εργάτες, το 1912, οι 453.000 ήτανε γυναίκες, δηλαδή πάνω από 52%. Τα χρόνια του πολέμου ο αριθμός των εργατριών αύξησε τεράστια.
Όσο για την εργασία των παιδιών αναπτύχθηκε σε πολλές χώρες, παρά την απαγόρευση. Στην πιο αναπτυγμένη καπιταλιστική χώρα, την Αμερική, τη συναντάς σε κάθε σου βήμα.
Αποτέλεσμα, το ξεχαρβάλωμα των εργατικών οικογενειών. Όταν η γυναίκα καμιά φορά και το παιδί τραβιούνται από τη φάμπρικα, δεν υπάρχει πια οικογενειακή ζωή!
Όταν μια γυναίκα γίνει εργάτρια εργοστασίου, υφίσταται όπως και ο άντρας όλη τη φρίκη της ανεργίας. Κι αυτή επίσης πετιέται στο δρόμο από τον καπιταλιστή, κι αυτή επίσης περνάει στις γραμμές του βιομηχανικού εφεδρικού στρατού και μπορεί ακριβώς, όπως και ο άντρας, να πέσει χαμηλά. Η κατάσταση αυτή τη ρίχνει στην πορνεία, που σημαίνει να πουλιέται στον πρώτο άντρα που θα συναντήσει στο δρόμο. Μη έχοντας τίποτα να φάει, χωρίς δουλειά, διωγμένη από παντού, αναγκάζεται να εμπορευτεί το κορμί της, μα ακόμα κι όταν δουλεύει, το μεροκάματό της είναι τόσο άθλιο, που αναγκάζεται να το αυξήσει με το ίδιο εμπόριο. Και συνηθίζει εύκολα στο καινούριο της επάγγελμα.
Κι έτσι δημιουργείται το στρώμα εκείνο των γυναικών, πού'χουν επάγγελμά τους την πορνεία.
Στις μεγαλουπόλεις, οι πόρνες είναι πολυάριθμες. Πόλεις όπως το Αμβούργο και το Λονδίνο, αριθμούν δεκάδες χιλιάδες δυστυχισμένες τέτοιες υπάρξεις. Το κεφάλαιο βγάζει κέρδη δημιουργώντας οίκους ανοχής οργανωμένους με τρόπο καπιταλιστικό. Υπάρχει ένα πλατύ διεθνές εμπόριο λευκών σκλάβων, με κέντρο τις πόλεις της Αργεντινής. Η πιο απαίσια πορνεία είναι των παιδιών που ανθίζει σ'όλες τις πόλεις της Ευρώπης και της Αμερικής.
Έτσι στην καπιταλιστική κοινωνία, στο μέτρο που εφευρίσκονται καινούριες και τελειώτερες μηχανές, που κατασκευάζονται όλο και μεγαλύτερα εργοστάσια και αυξάνει η παραγωγικότητα, μεγαλώνουν παράλληλα η πίεση του κεφαλαίου, η αθλιότητα και τα βάσανα του εφεδρικού βιομηχανικού στρατού, η εξάρτηση της εργατικής τάξης από τους εκμεταλλευτές.
Αν δεν υπήρχε ιδιοχτησία κι αν όλα ανήκαν σ'όλους, ο πίνακας θα ήτανε πολύ διαφορετικός. Οι άνθρωποι θα λιγοστεύανε απλούστατα, τις ώρες εργασίας τους, θα φύλαγαν τις δυνάμεις τους, θά'καναν οικονομία στον κόπο τους, θα φρόντιζαν για την ανάπαυσή τους. Όμως όταν εισάγει ο καπιταλιστής τις μηχανές δεν σκέπτεται παρά το κέρδος' αν λιγόστευε τις ώρες δουλειάς, θα ζημίωνε. Κάτω από την κυριαρχία του κεφαλαίου, η μηχανή δεν ελευθερώνει τον άνθρωπο, μα τον κάνει σκλάβο.
Με την ανάπτυξη του καπιταλισμού, ολοένα και μεγαλύτερο μέρος του κεφαλαίου αφιερώνεται στις μηχανές, μηχανήματα, οικοδομές κάθε είδους, στα γιγάντια πλοία, στις πελώριες υψικάμινους κλπ. Αντίθετα ένα όλο και μικρότερο μέρος πηγαίνει στο μισθό των εργατών. Όταν η δουλειά γινότανε στο σπίτι, τα έξοδα για τις εγκαταστάσεις και τ'άλλα εργαλεία δεν ήτανε μεγάλα' σχεδόν ολάκερο το κεφάλαιο περνούσε στο μισθό. Τώρα γίνεται το αντίθετο: το μεγαλύτερο μέρος προορίζεται για χτίρια και μηχανές. Κι αυτό σημαίνει πως η ζήτηση εργατικών χεριών αυξάνει λιγότερο από τον αριθμό των ανθρώπων που καταστράφηκαν και γίνηκαν προλετάριοι. Όσο πιο πολύ αναπτύσσεται η τεχνική, κάτω από το καπιταλιστικό σύστημα, τόσο πιο πολύ μεγαλώνει η πίεση του κεφαλαίου πάνω στην εργατική τάξη, γιατί γίνεται ολοένα και πιο δύσκολο στους εργάτες να βρουν δουλειά.
16. Η αναρχία της παραγωγής. Ο συναγωνισμός και οι κρίσεις
Η αθλιότητα της εργατικής τάξης μεγαλώνει στο μέτρο και στο βαθμό που αναπτύσσεται η τεχνική, που κάτω από το καπιταλιστικό σύστημα αντί να είναι ωφέλιμη για όλους, φέρνει κέρδος στο κεφάλαιο και στους εργάτες την πείνα και την ανεργία. Και η αθλιότητα αυτή μεγαλώνει και για άλλους πολλούς λόγους ακόμα.
Είδαμε πιο πάνω πως η καπιταλιστική κοινωνία είναι πολύ κακά οργανωμένη. Η ατομική ιδιοχτησία βασιλεύει εκεί χωρίς κανένα γενικό σχέδιο. Κάθε εργοστασιάρχης διευθύνει την επιχείρησή του ανεξάρτητα από τους άλλους. Αντίθετα μάλιστα με τους άλλους, για τον αγοραστή, βρίσκεται μαζί τους σε "συναγωνισμό".
Η πάλη αυτή αδυνατίζει ή δυναμώνει με την ανάπτυξη του καπιταλισμού; Από πρώτη ματιά μπορεί να φαίνεται πως αδυνατίζει. Πραγματικά ο αριθμός των καπιταλιστών μικραίνει αδιάκοπα' οι μεγάλοι τρώνε τους μικρούς' άλλοτε ήτανε δεκάδες χιλιάδες οι επιχειρηματίες που πάλευαν αναμεταξύ τους, ο συναγωνισμός ήτανε άγριος' σήμερα αφού οι αντίπαλοι είναι λιγότεροι, θά'πρεπε νά'ναι και λιγότερο λυσσασμένη η πάλη ανάμεσά τους, θα μπορούσε κανείς να πιστέψει. Στην πραγματικότητα, τίποτ'απ'αυτά' ακριβώς, το αντίθετο είναι αληθινό.
Οι αντίπαλοι βέβαια είναι λιγότεροι, μα καθένας απ'αυτούς έχει γίνει πιο μεγάλος και πιο δυνατός. Και η πάλη τους έγινε όχι μικρότερη, μα μεγαλύτερη, όχι πιο ήμερη, μα πιο λυσσασμένη. Αν σε κάθε χώρα δεν υπήρχαν παρά μονάχα μια χουφτιά καπιταλιστές, θα ξέσπαγε πόλεμος ανάμεσα στις καπιταλιστικές αυτές χώρες. Και κει φτάσαμε τελικά. Ο ανταγωνισμός γίνεται τώρα ανάμεσα σε τεράστιες καπιταλιστικές ενώσεις, ανάμεσα στα κράτη τους. Και δεν παλεύουνε μονάχα με την πτώση των τιμών, μα και με την ένοπλη δύναμη. Ο ανταγωνισμός στο μέτρο και στο βαθμό που αναπτύσσεται ο καπιταλισμός, όχι μονάχα δε μικραίνει όσο μικραίνει ο αριθμός των ανταγωνιστών, μα γίνεται όλο και πιο λυσσασμένος και πιο καταστρεφτικός.[2]
Είναι ανάγκη να υπογραμμίσουμε κι ένα ακόμα σύμπτωμα, αυτό που λέμε κρίση. Τι είναι αυτή η κρίση; Ένα ωραίο πρωί παρατηρούμε ότι ορισμένα εμπορεύματα παράχτηκαν σε πάρα πολύ μεγάλες ποσότητες. Οι τιμές πέφτουν, γιατί δεν υπάρχει ξόδευση. Οι αποθήκες παραφορτωμένες από προϊόντα που δεν μπορούν να πουληθούν: δεν υπάρχουν αγοραστές και πλάι σ'αυτό υπάρχουν πεινασμένοι εργάτες που παίρνουν ελάχιστο μεροκάματο και που δεν μπορούν να αγοράσουν περισσότερο από πρωτύτερα. Έρχεται τότε η δυστυχία. Σ'ένα παραγωγικό κλάδο, είναι πρώτα οι μεσαίοι και μικροί επιχειρηματίες που χρεοκοπούν και κλείνουν τις πόρτες τους' έρχεται ύστερα η σειρά των μεγάλων, κάθε βιομηχανία όμως εξαρτιέται από μιαν άλλη, όλοι είναι πελάτες αναμεταξύ τους. Λ.χ., οι επιχειρήσεις κοστουμιών αγοράζουν το ύφασμα από τα υφαντουργεία, τα υφαντουργεία πάλι εφοδιάζονται από τα εριουργεία κτλ. Μια και χρεοκοπήσανε λοιπόν οι επιχειρήσεις κοστουμιών, επειδή δεν υπάρχει πια κανένας ν'αγοράσει από τους εμπόρους υφασμάτων, η υφαντουργική βιομηχανία κινδυνεύει, κατόπιν η παραγωγή του μαλλιού. Εργοστάσια και φάμπρικες αρχίζουν να κλείνουνε παντού, δεκάδες χιλιάδες εργάτες πετιούνται στους δρόμους, η ανεργία αυξάνει υπερβολικά, η ζωή των εργατών χειροτερεύει. Και όμως υπάρχουνε ποσότητες από εμπορεύματα και οι αποθήκες βουλιάζουνε κάτω απ'τό βάρος τους. Αυτό γινόταν συχνά πριν τον πόλεμο' η βιομηχανία ευημερούσε, οι υποθέσεις των βιομηχάνων πήγαιναν θαυμάσια' ξαφνικά, έρχεται η χρεοκοπία, η καταστροφή, η ανεργία, η στασιμότητα στις υποθέσεις' κατόπι η κατάσταση καλυτερεύει, οι υποθέσεις ξαναγίνονται λαμπρές' κατόπι έρχεται ξανά η χρεοκοπία και τα ίδια συνέχεια.
Πώς να εξηγήσουμε την τρελή αυτή κατάσταση, όπου οι άνθρωποι γίνονται ζητιάνοι, μέσα στα πλούτη και την αφθονία;
Η απάντηση δεν είναι το ίδιο απλή. Έχουμε κιόλας δει ότι στην καπιταλιστική κοινωνία βασιλεύει το χάος, η αναρχία στην παραγωγή. Κάθε επιχειρηματίας παράγει για λογαριασμό του, με δικό του κίνδυνο και φόβο. Με έναν τέτοιο τρόπο παραγωγής συμβαίνει, αργά ή γρήγορα, να παράγονται πάρα πολλά εμπορεύματα (υπερπαραγωγή). Όταν παράγονταν προϊόντα και όχι εμπορεύματα, δηλαδή όταν η παραγωγή δεν προοριζόταν για την αγορά, η υπερπαραγωγή δεν ήταν επικίνδυνη. Τα πράγματα είναι εντελώς διαφορετικά με την παραγωγή εμπορευμάτων. Εδώ, κάθε εργοστασιάρχης, για ν'αγοράσει τις πρώτες ύλες για την κατοπινή του παραγωγή, πρέπει να πουλήσει πρώτα τα εμπορεύματά του. Μια και σταματήσει η μηχανή μόνο σ'έναν τόπο, χάρη στην αναρχία της παραγωγής, έχει το σταμάτημα αυτό την άμεση αντανάκλασή του από τον ένα κλάδο στον άλλο. Και τότε ξεσπάει γενική κρίση.
Οι κρίσεις αυτές είναι καταστρεπτικότατες. Ποσότητες από εμπορεύματα χάνονται. Τα απομεινάρια της μικρής βιομηχανίας σκουπίζονται σαν από σιδερένια σκούπα. Ακόμα και οι μεγάλες φίρμες δεν μπορούν να αντισταθούν και ορισμένες απ'αυτές χάνονται.
Μερικές φάμπρικες κλείνουν εντελώς, άλλες περιορίζουνε την παραγωγή τους, δε δουλεύουνε όλες τις μέρες της βδομάδας, άλλες τέλος κλείνουνε προσωρινά. Ο αριθμός των ανέργων μεγαλώνει. Ο εφεδρικός βιομηχανικός στρατός αυξάνει, μεγαλώνοντας την αθλιότητα και την καταπίεση της εργατικής τάξης. Κατά τη διάρκεια της κρίσης, οι άσχημοι κιόλας όροι για την εργατική τάξη, γίνονται ακόμα χειρότεροι.
Να μερικοί αριθμοί από την κρίση του 1907-1910, που αγκάλιασε την Ευρώπη και την Αμερική, με μια λέξη ολόκληρο τον καπιταλιστικό κόσμο. Στις Ενωμένες Πολιτείες, ο αριθμός των συνδικαλισμένων ανέργων μεγάλωσε κατά τον ακόλουθο τρόπο: τον Ιούνη του 1907 8,1%, τον Οχτώβρη 18,5%, το Νοέμβρη 22%, το Δεκέμβρη 32,7% (στους οικοδόμους: 42%, στους ραφτάδες 43,6%, στους καπνεργάτες μέχρι 55%). Εννοείται ότι ο συνολικός αριθμός των ανέργων (μαζί με τους μη συνδικαλισμένους εργάτες) ήτανε ακόμα μεγαλύτερος. Στην Αγγλία ο αριθμός των ανέργων ήτανε το καλοκαίρι του 1907 3,4 - 4%, το Νοέμβρη έφτασε το 5%, το Δεκέμβρη 6,1%, τον Ιούνη του 1908 ανεβαίνει σε 8,2%. Στη Γερμανία, μες το Γενάρη του 1908 ο αριθμός των ανέργων ήτανε διπλάσιος από τα προηγούμενα χρόνια. Το ίδιο στις άλλες χώρες.
Όσο με τη μείωση της παραγωγής, η παραγωγή ατσαλιού ήτανε στις Ενωμένες Πολιτείες, από 26 εκατομ. τόνους το 1907, σε 16 εκατομ. τόνους το 1908.
Κατά τη διάρκεια της κρίσης οι τιμές πέφτουνε. Τότε, οι κύριοι καπιταλιστές, για να μη χάσουν τα κέρδη τους, καταφεύγουνε στο σαμποτάζ. Στην Αμερική, λόγου χάρη, άφησαν τις υψικάμινους να σβήσουν. Πιο περίεργος ακόμη ο τρόπος που ενεργούν οι ιδιοχτήτες καφεφυτειών στη Βραζιλία. Για να διατηρήσουνε τις υψηλές τιμές, έριχναν τσουβάλια ολόκληρα καφέ στη θάλασσα. Την ώρα αυτή ολόκληρος κόσμος υποφέρει από την πείνα και την έλλειψη προϊόντων, αποτέλεσμα του πολέμου που γέννησε ο καπιταλισμός. Και την εποχή της ειρήνης πνιγόταν ο καπιταλισμός κάτω από την αφθονία των προϊόντων, που δεν μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν από τους εργάτες, από έλλειψη χρημάτων. Απ'όλη αυτή την αφθονία, ένα πράγμα μονάχα απολάμβανε ο εργάτης: την ανεργία σε όλη της τη φρίκη.
17. Η εξέλιξη του καπιταλισμού και οι τάξεις. Η όξυνση των ταξικών ανταγωνισμών
Είδαμε κιόλας ότι η καπιταλιστική κοινωνία υποφέρει από δυο μεγάλα κακά: πρώτον ότι είναι "αναρχική" (στερείται οργάνωσης)' κατόπι ότι αποτελείται από δυο κοινωνίες (τάξεις) εχθρικές. Είδαμε επίσης ότι με την ανάπτυξη του καπιταλισμού, η αναρχία στην παραγωγή, που εκδηλώνεται με τον συναγωνισμό, φέρνει μιαν όξυνση, μιαν αποσύνθεση, και μια καταστροφή όλο και πιο μεγαλύτερη. Το ξεχαρβάλωμα της κοινωνίας, όχι μονάχα δε μικραίνει μα μεγαλώνει. Μαζί πλαταίνει και βαθαίνει το χάσμα που χωρίζει την κοινωνία σε δύο μέρη. Από τό'να μέρος οι καπιταλιστές, συσσωρεύουνε τα πλούτη της γης. Από το άλλο μέρος, οι καταπιεζόμενες τάξεις με τις αθλιότητες, τα βάσανα και τα δάκρυα. Ο εφεδρικός βιομηχανικός στρατός αγκαλιάζει στρώματα, απελπισμένων κι αποχτηνωμένων ανθρώπων, στερημένων από όλα τ'αγαθά. Μα και κείνοι ακόμα που δεν είναι άνεργοι, ξεχωρίζουνε, από τον τρόπο ζωής τους, όλο και περισσότερο από τους καπιταλιστές. Η διαφορά ανάμεσα στο προλεταριάτο και τη μπουρζουαζία μεγαλώνει αδιάκοπα. Άλλοτε υπήρχανε κάθε λογής κεφαλαιούχοι, μεσαίοι και μικροί που πολλοί απ'αυτούς, ήτανε λίγο πολύ εργάτες και δε ζούσανε καθόλου καλύτερα απ'τούς εργάτες. Σήμερα όμως τα πράγματα έχουν αλλάξει. Τα μεγάλα πρόσωπα ζουν κατά τέτοιο τρόπο που κανένας δε θα τολμούσε να ονειρευτεί πριν. Η κατάσταση των εργατών, βέβαια, καλυτέρευσε με την ανάπτυξη του καπιταλισμού στις αρχές του 20ού αιώνα' οι μισθοί γενικά όλο και μεγαλώνανε. Στο ίδιο όμως αυτό χρονικό διάστημα τα κέρδη των καπιταλιστών αύξαιναν πιο γρήγορα ακόμα. Τώρα οι εργατικές μάζες είναι τόσο μακριά απ'τούς καπιταλιστές όσο κι ο ουρανός απ'τή γη. Όσο περισσότερο αναπτύσσεται ο καπιταλισμός, τόσο πιο πάνω ορθώνεται η μικρή φουχτιά των δισεκατομμυριούχων καπιταλιστών και τόσο βαθύτερη γίνεται η άβυσσος ανάμεσα σ'αυτή τη φουχτιά των βασιλιάδων χωρίς στέμμα και τα εκατομμύρια των σκλαβωμένων προλετάριων.
Έχουμε πει πως αν ο μισθός μεγαλώνει, το κέρδος μεγαλώνει ακόμα πιο γρήγορα και πως κατά συνέπεια το χάσμα ανάμεσα στις δυο τάξεις ολοένα πλαταίνει. Ωστόσο από τις αρχές του 20ού αιώνα, οι μισθοί δεν ανεβαίνουν πια' αντίθετα πέφτουνε. Τον ίδιο αυτό καιρό τα κέρδη μεγαλώνουν όσο ποτέ πριν, έτσι που τα τελευταία τούτα χρόνια, η κοινωνική ανισότητα μεγάλωσε με μιαν καταπληχτική ταχύτητα. Η αυξανόμενη αυτή ανισότητα δεν μπορούσε παρά να οδηγήσει, αργά ή γρήγορα, σε μια σύγκρουση ανάμεσα στους εργάτες και τους καπιταλιστές. Αν η διαφορά ανάμεσά τους εξακολουθούσε να μικραίνει, αν η υλική κατάσταση των εργατών πλησιάζει την κατάσταση των καπιταλιστών, η ειρήνη θα μπορούσε να βασιλεύσει μια μέρα πάνω στη γη. Στην πραγματικότητα όμως, μέσα στην αστική κοινωνία, οι εργάτες όχι μονάχα δεν πλησιάζουν τους καπιταλιστές, μα απομακρύνονται απ'αυτούς μέρα με τη μέρα. Κι αυτό σημαίνει ότι η ταξική πάλη ανάμεσα στο προλεταριάτο και τη μπουρζουαζία δεν μπορεί παρά να οξύνεται αναπόφευχτα.
Οι αστοί επιστήμονες πολεμήσανε με λύσσα αυτήν την άποψη. Ήθελαν να αποδείξουν ότι η κατάσταση των εργατών στην καπιταλιστική κοινωνία ολοένα και καλυτέρευε. Ύστερα απ'αυτούς ήρθαν οι σοσιαλιστές της δεξιάς να βαρέσουνε την ίδια τρομπέτα. Κι αυτοί και κείνοι ισχυρίζονται πως οι εργάτες θα πλουτίζουν λίγο-λίγο και θα μπορέσουν να γίνουν κι αυτοί μικροί καπιταλιστές. Η άποψη αυτή αποδείχτηκε σε λίγο ψεύτικη. Στην πραγματικότητα, η κατάσταση των εργατών σε σχέση με την κατάσταση των καπιταλιστών πήγαινε απ'τό κακό στο χειρότερο. Απόδειξη γι'αυτό είναι ένα παράδειγμα παρμένο απ'τήν πιο προοδευμένη καπιταλιστική χώρα, τις Ενωμένες Πολιτείες. Αν λογαριάσουμε στα 100 την αγοραστική δύναμη του εργατικού εισοδήματος (δηλαδή την ποσότητα προϊόντων που μπορεί ν'αγοράσει ο εργάτης), υπολογίζοντας τις τιμές των τροφίμων, στα χρόνια 1890-1899 η αγοραστική δύναμη των μισθών ακολούθησε αυτή τη σειρά:
το 1890: 98,6
το 1895: 100,6
το 1900: 103
το 1905: 101,4
το 1907: 101,5
Δηλαδή το επίπεδο ζωής των εργαζομένων δεν υψώθηκε καθόλου και έμεινε, σχεδόν, στάσιμο. Ο εργάτης αγόραζε τόσα τρόφιμα, ρούχα κτλ. Το 1890 όσα και τα επόμενα χρόνια. Η αγοραστική του δύναμη δεν ανέβηκε, παρά πολύ λίγο: 3%. Τον ίδιο καιρό οι Αμερικάνοι δισεκατομμυριούχοι (οι πιο μεγάλοι βιομήχανοι), μαζεύουν τεράστια κέρδη και η υπεραξία που τσεπώνουνε μεγαλώνει τρομερά. Φυσικά μεγαλώνει ταυτόχρονα και το επίπεδο ζωής των καπιταλιστών.
Η πάλη των τάξεων στηρίζεται πάνω στους ανταγωνισμούς συμφερόντων ανάμεσα στην μπουρζουαζία και το προλεταριάτο. Και οι ανταγωνισμοί αυτοί είναι τόσο ασυμφιλίωτοι όσο ο λύκος και το αρνί.
Ο καθένας καταλαβαίνει εύκολα, ότι το συμφέρον του καπιταλιστή είναι να βάζει τους εργάτες να δουλεύουν όσο μπορεί περισσότερο και να τους πληρώνει όσο μπορεί πιο φτηνά. Αντίθετα ο εργάτης έχει κάθε συμφέρον να δουλεύει όσο μπορεί λιγότερο και να παίρνει όσο μπορεί περισσότερα. Γι'αυτό, από την πρώτη εμφάνιση της εργατικής τάξης, η πάλη δεν μπορούσε παρά να γίνει για την ύψωση των μισθών και του περιορισμού των ωρών εργασίας.
Η πάλη αυτή ποτέ δε σταμάτησε κι ούτε θα σταματήσει ποτέ ολότελα. Ωστόσο, δεν περιόρισε τους σκοπούς της σε μερικές δεκάρες μεροκάματο παραπάνω. Παντού όπου αναπτύχθηκε το καπιταλιστικό σύστημα, οι μάζες φτάσανε στο συμπέρασμα πως ήταν ανάγκη να τελειώνουν με τον ίδιο τον καπιταλισμό. Οι εργάτες άρχισαν να σκέφτονται πώς να αντικαταστήσουν το απαίσιο αυτό σύστημα μ'ένα σύστημα δίκαιης και αδερφικής εργασίας. Έτσι γεννήθηκε το κομμουνιστικό κίνημα της εργατικής τάξης.
Ο αγώνας της εργατικής τάξης συνοδεύτηκε πολλές φορές από ήττες. Όμως το καπιταλιστικό σύστημα κλείνει μέσα του την τελική νίκη του προλεταριάτου. Γιατί; Γιατί η ανάπτυξη του καπιταλισμού μετατρέπει σε προλετάριους πλατιά λαϊκά στρώματα! Νίκη του μεγάλου κεφαλαίου σημαίνει καταστροφή του χειροτέχνη, του εμπόρου, του χωρικού και μεγαλώνει έτσι αδιάκοπα τις γραμμές των μισθωτών εργατών. Το προλεταριάτο μεγαλώνει σε αριθμό σε κάθε βήμα της καπιταλιστικής ανάπτυξης. Και η ανάπτυξη αυτού του συστήματος καταστρέφει δεκάδες χιλιάδες, εκατομμύρια μικροεργοδότες και χωρικούς, κυνηγημένους απ'τούς καπιταλιστές. Έτσι μεγαλώνει ο αριθμός των προλετάριων, των εχθρών του καπιταλιστικού συστήματος. Μα η εργατική τάξη δε γίνεται μόνο πολυαριθμότερη, αναπτύσσει επιπλέον όλο και περισσότερο την αλληλεγγύη της, μαζί με τον καπιταλισμό αναπτύσσονται και τα μεγάλα εργοστάσια. Και κάθε μεγάλο εργοστάσιο συγκεντρώνει μέσα στους τοίχους του χιλιάδες, καμιά φορά και δεκάδες χιλιάδες εργάτες, που δουλεύουνε πλάι-πλάι. Βλέπουν πως ο επιχειρηματίας καπιταλιστής τους εκμεταλλεύεται. Βλέπουν πως οι εργάτες είναι μεταξύ τους σύντροφοι και φίλοι. Στη δουλειά οι εργάτες συγκεντρωμένοι απ'τό εργοστάσιο, μαθαίνουν να ενεργούν από κοινού. Τους είναι πολύ εύκολο να συμφωνήσουν αναμεταξύ τους. Και να γιατί, μαζί με την ανάπτυξη του καπιταλισμού μεγαλώνει όχι μονάχα ο αριθμός, μα κι η αλληλεγγύη της εργατικής τάξης.
Όσο τα εργοστάσια πληθαίνουν και αναπτύσσεται ο καπιταλισμός, οι χειροτέχνες, οι αγρότες που δουλεύουν στο σπίτι, οι χωρικοί καταστρέφονται και οι τεράστιες πόλεις με τα εκατομμύρια κατοίκους, μεγαλώνουν γρηγορότερα. Τέλος, πάνω σε μια σχετικά μικρή έχταση - στις μεγάλες πόλεις - συγκεντρώνονται μεγάλες λαϊκές μάζες, που η τεράστια πλειοψηφία τους αποτελείται από τους εργάτες των εργοστασίων. Σωριάζονται οι βρώμικες και γεμάτες καπνιά συνοικίες, ενώ η φουχτιά των κυρίων που κατέχουν τα πάντα κατοικεί σε πολυτελή παλάτια. Η φουχτιά αυτή γίνεται όλο και πιο ολιγάριθμη. Ο αριθμός των εργατών μεγαλώνει και συνδέονται ανάμεσά τους όλο και στενότερα.
Κάτω απ'αυτούς τους όρους, η αναπόφευχτη όξυνση της πάλης θα τερματιστεί αναγκαστικά με τη νίκη της εργατικής τάξης. Αργά ή γρήγορα, η εργατική τάξη θά'ρθει σε οξεία σύγκρουση με την μπουρζουαζία, θα την γκρεμίσει απ'τό θρόνο της, θα καταστρέψει το ληστρικό της κράτος και θα χτίσει μια καινούρια κοινωνία, την κοινωνία της δουλειάς, την κομμουνιστική κοινωνία. Έτσι η εξέλιξη του καπιταλισμού, οδηγεί αναπόφευχτα στην κομμουνιστική επανάσταση του προλεταριάτου.
Η ταξική πάλη του προλεταριάτου εναντίον της μπουρζουαζίας παίρνει διάφορες μορφές. Οι τρεις κυριότερες μορφές εργατικής οργάνωσης που αναφάνηκαν μέσα σ'αυτήν την πάλη είναι: τα συνδικάτα, που συγκεντρώνουν τους εργάτες σύμφωνα με το επάγγελμά τους, οι συνεταιρισμοί (κοπερατίβες), προπαντός οι καταναλωτικοί συνεταιρισμοί, που έχουν για σκοπό την κατάργηση των ενδιάμεσων' τέλος τα πολιτικά κόμματα της εργατικής τάξης που γράφουν στο πρόγραμμά τους την πάλη για την πολιτική εξουσία της εργατικής τάξης. Όσο περισσότερο οξύνεται ο αγώνας ανάμεσα στις τάξεις, τόσο περισσότερο πρέπει να ενώνονται οι μορφές αυτές του εργατικού κινήματος για την επιτυχία του κοινού σκοπού: την ανατροπή της αστικής κυριαρχίας. Εκείνοι από τους αρχηγούς του εργατικού κινήματος που βλέπουνε καλύτερα τα πράματα, ήτανε πάντα υπέρ μιας στενής ένωσης και συνεργασίας όλων των εργατικών οργανώσεων. Έλεγαν λόγου χάρη πως ήταν απαραίτητη η ενότητα δράσης ανάμεσα στα συνδικάτα και το πολιτικό κόμμα του προλεταριάτου, και πως κατά συνέπεια, τα συνδικάτα δεν μπορούσαν να είναι "ουδέτερα" (δηλαδή αδιάφορα για την πολιτική), μα πως έπρεπε να βαδίσουν μαζί με το κόμμα της εργατικής τάξης.
Τα τελευταία αυτά χρόνια, το εργατικό κίνημα πήρε τις καινούριες μορφές, πολύ σπουδαίες, όπως είναι τα Εργατικά Συμβούλια (Σοβιέτ). Όμως γι'αυτά θα ξαναμιλήσουμε αργότερα..
Από τις παρατηρήσεις αυτές για την ανάπτυξη του καπιταλιστικού συστήματος, μπορούμε, χωρίς τον κίνδυνο να απατηθούμε, να βγάλουμε το παρακάτω συμπέρασμα: από τό'να μέρος ο αριθμός των καπιταλιστών μικραίνει, ενώ από τ'άλλο γίνονται ολοένα και πιο πλούσιοι, ολοένα και πιο δυνατοί' ο αριθμός των εργατών αυξάνει συνεχώς μαζί και η αλληλεγγύη τους, όχι όμως στις ίδιες αναλογίες' η διαφορά ανάμεσα στον εργάτη και στον καπιταλιστή γίνεται ολοένα και μεγαλύτερη. Κατά συνέπεια, η ανάπτυξη του καπιταλισμού οδηγεί στην αναπόφευχτη σύγκρουση αυτών των τάξεων, δηλαδή στην κομμουνιστική επανάσταση.
Ο καπιταλισμός, όπως είδαμε, ανοίγει μόνος του τον τάφο του, γιατί γεννάει τους νεκροθάφτες του: τους προλετάριους' όσο περισσότερο αναπτύσσεται, τόσο περισσότερο πληθαίνει ο αριθμός των θανασίμων εχθρών του και τόσο περισσότερο τους συνασπίζει εναντίον του. Και προετοιμάζει το έδαφος για μια καινούρια οικονομική οργάνωση αδερφική και κομμουνιστική.
Πραγματικά, είδαμε πιο πάνω (παρ.11. το Κεφάλαιο), ότι το κεφάλαιο αναπτύσσεται αδιάκοπα. Ένα μέρος από την υπεραξία που αποσπάει ο καπιταλιστής απ'τόν εργάτη προστίθεται στο κεφάλαιο, που γίνεται έτσι μεγαλύτερο. Και όταν το κεφάλαιο αυξάνει, μπορεί να επεχταθεί η παραγωγή. Η αύξηση αυτή του κεφαλαίου, η ανάπτυξή του στα ίδια χέρια, ονομάζεται συσσώρευση ή συγκέντρωση του κεφάλαιου.
Είδαμε επίσης ότι με την ανάπτυξη του κεφαλαίου εκμηδενίζονται η μικρή και μεσαία παραγωγή, οι φτωχοί και μεσαίοι βιομήχανοι και έμποροι καταστρέφονται, χωρίς να μιλήσουμε για τους χειροτέχνες: όλοι τους καταβροχθίζονται από το μεγάλο κεφάλαιο. Ό,τι είχαν οι μικροί και οι μεσαίοι κεφαλαιούχοι -τα κεφάλαιά τους- φεύγει από τα χέρια τους και από διάφορους δρόμους συγκεντρώνεται στα χέρια των μεγάλων ληστών, αυξάνοντας έτσι το κεφάλαιό τους. Κατ'αυτόν τον τρόπο το κεφάλαιο, πού'ταν μοιρασμένο άλλοτε ανάμεσα σε πολλούς κατόχους, συγκεντρώνεται σε λίγα μόνον χέρια, σε μια χούφτα νικητών. Η συγκέντρωση αυτή του άλλοτε διασκορπισμένου κεφαλαίου, ονομάζεται συγκεντροποίηση του κεφαλαίου.
Η συγκέντρωση και η συγκεντροποίηση του κεφαλαίου, δηλαδή η συσσώρευσή του σε λίγα χέρια, δε σημαίνει ακόμη τη συγκέντρωση και τη συγκεντροποίηση της παραγωγής. Ας υποθέσουμε ότι ο καπιταλιστής αγόρασε, μαζί με τη συσσωρευμένη υπεραξία, τη μικρή φάμπρικα του γείτονά του και την έβαλε να δουλέψει όπως στο παρελθόν. Υπάρχει βέβαια συσσώρευση, μα η παραγωγή μένει στην κατάσταση που βρισκόταν. Ωστόσο, τις περισσότερες φορές, ο καπιταλιστής, μετατρέπει την παραγωγή, την απλώνει και μεγαλώνει τις ίδιες τις φάμπρικες. Δεν έχουμε τότε μόνον αύξηση του κεφαλαίου, μα και της ίδιας της παραγωγής.
Η παραγωγή γίνεται τεράστια, χρησιμοποιεί πολλές μηχανές, συγκεντρώνει χιλιάδες εργάτες. Συμβαίνει ώστε μια δουλειά από πολύ μεγάλες φάμπρικες να ικανοποιεί τις ανάγκες μιας ολόκληρης χώρας. Σ'αυτή την περίπτωση, οι εργάτες παράγουνε για ολόκληρη την κοινωνία, η δουλειά, όπως τό'χουμε πει, κοινωνικοποιείται. Μα η διεύθυνση και το κέρδος ανήκουν στους καπιταλιστές.
Αυτή η συγκέντρωση και συγκεντροποίηση της παραγωγής κάνουν επίσης δυνατή μια πραγματική αδερφική παραγωγή, μα μόνο μετά την προλεταριακή επανάσταση. Πραγματικά, αν αυτή η συγκέντρωση της παραγωγής δεν υπήρχε κι αν το προλεταριάτο έπαιρνε την εξουσία, ενώ η παραγωγή ήταν περιορισμένη ανάμεσα σε εκατοντάδες χιλιάδες μικρά εργαστήρια με δυο ή τρεις εργάτες, ήταν αδύνατο να οργανώσουμε τα εργαστήρια αυτά πάνω σε κοινωνική βάση. Όσο περισσότερο αναπτυγμένος είναι ο καπιταλισμός, τόσο περισσότερο συγκεντροποιημένη είναι η παραγωγή και τόσο ευκολότερο είναι στο προλεταριάτο μετά τη νίκη του να διευθύνει στην παραγωγή.
Ώστε, ο καπιταλισμός δε γεννάει μονάχα τους εχθρούς του και δεν οδηγεί μονάχα στην κομμουνιστική επανάσταση, μα δημιουργεί ακόμα και την οικονομική βάση για την πραγματοποίηση του κομμουνιστικού συστήματος.
[1] Πρόκειται εδώ για την προπολεμική κατάσταση' την επομένη των καταστροφών του πολέμου, δεν είναι ο πωλητής που τρέχει πίσω από τον αγοραστή, μα ο αγοραστής που τρέχει πίσω από τον πωλητή.
[2] Για περισσότερες λεπτομέρειες, κοίτα, παρακάτω, στο κεφάλαιο για τον ιμπεριαλιστικό πόλεμο.